Ο ΕΛΛΗΝΟΚΕΝΤΡΙΚΟΣ ΜΗΝΙΑΤΗΣ

Ξημέρωσε 25η Μαρτίου ἡ γιορτὴ ποὺ ὁλοκληρώνει ἕναν διάλογο μὲ τὴν Παρθένο Μαρία. Μιὰ συνομιλία εὐφροσύνης ποὺ ἄρχισε μὲ τὰ ὑπέροχα «Χαῖρε» τοῦ Ἀκαθίστου καὶ κλείνει μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς Ἀνάστασης. Γιατὶ τὸ μήνυμα τῆς γιορτῆς, μὲ τὴν ἐπίσκεψη τοῦ ἀρχαγγέλου στὴ νεαρὴ Μαρία, εἶναι ἕνα καὶ μοναδικό: ἡ χαρὰ ποὺ περιμένει τὸ ἀνθρώπινο γένος καὶ ἡ ὁποία συνδέεται ἄρρηκτα μὲ τὴ γιορτή τῶν Χριστουγέννων ποὺ ἀκολουθεῖ, ἀκριβῶς, σὲ ἐννέα μῆνες, 25 Δεκεμβρίου. Ἤδη τὸν 6ο αἰώνα ἔχει καθιερωθεῖ ὁ Εὐαγγελισμὸς στὸ λειτουργικὸ ἡμερολόγιο. Αὐτὴ τὴ χαρὰ τῆς γιορτῆς ὁ κήρυκας ὀφείλει νὰ τὴ μεταγγίσει στὴ σύναξη μὲ διάφορες ρητορικὲς τεχνικές, μὲ σημαντικότερη τὸν διάλογο. Γιὰ τὴν ἀκρίβεια μὲ τὸν δραματικὸ διάλογο.

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, «Ο ευαγγελισμός», γύρω στα 1600. Museum of Fine Arts, Βουδαπέστη.

Στὸ ἐπίκεντρο τῶν κειμένων μεγάλων πατέρων (ὅπως του Γερμανοῦ, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως) δὲν εἶναι μόνο ἡ ἀπορία τῆς Μαρίας γιὰ τὸ πῶς τῆς ἐγκυμοσύνης, ἀφοῦ δὲν ἔχει γνωρίσει ἐρωτικὸ σύντροφο, ἀλλὰ καὶ τὸ ξάφνιασμα τοῦ Ἰωσήφ. Ὁ μνήστωρ, σὲ ὁρισμένα κείμενα, γίνεται ἔξαλλος ἀπὸ τὴν πληροφορία, ὅτι δὲν διατηρήθηκε ἡ παρθενία τῆς Μαρίας, αἰσθάνεται ντροπιασμένος, καὶ θέλει νὰ τὴ διώξει ἀπὸ τὸ σπίτι. Ἐνδεχομένως, ἡ ἐπιτέλεση αὐτῶν τῶν κηρυγματικῶν δραμάτων νὰ ἀπαιτοῦσε γιὰ τὰ διαλογικὰ μέρη δύο ἢ καὶ τρεῖς κληρικοὺς στοὺς ρόλους τῆς Μαρίας, τοῦ Ἀγγέλου καιὶ τοῦ Ἰωσήφ.

Ἀπὸ τὸ Βυζάντιο ἕως καὶ τὰ νεώτερα χρόνια, οἱ πατέρες κηρύττουν τὴν ἀπίστευτη ἱστορία τῆς σύλληψης τοῦ Ἰησοῦ σταθερὰ καὶ μὲ προσηλωμένο τὸ βλέμμα στὴν αἰώνια ἀλήθεια, ἀναφέροντας, μάλλον, σπάνια ἐπικαιρικὰ γεγονότα. Μιὰ ἀπὸ τὶς ἐξαιρέσεις ὁ Ἠλίας Μηνιάτης. Ὁ Μηνιάτης σχολιάζει γενναιόψυχα τὴν ἐποχή του καὶ βρίσκει τὴν εὐκαιρία τὴν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ νὰ ὑμνήσει τοὺς Ἕλληνες καὶ νὰ μιλήσει γιὰ τὸν ὀθωμανικὸ ζυγὸ πολὺ πρὶν τὴν καθιέρωση τῆς 25ης Μαρτίου ὡς ἐθνικῆς ἑορτῆς.

Εἶναι μιὰ προσευχή, ἕνας συγκλονιστικὸς μονόλογος, ποὺ φανερώνει τὴν εὐαισθησία τοῦ ἱεροκήρυκα στὰ σύγχρονα ἱστορικά δρώμενα, καὶ μιλάει εὐθέως γιὰ ἀπελευθέρωση τοῦ Ἑλληνικοῦ Γένους, σήκωμα ἀπὸ τὴν κοπριὰ τῆς δουλείας, ἀπολύτρωση ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῶν ἀνθρωποκτόνων καὶ αἱμοβόρων βαρβάρων, ὅπως ἀποκαλεῖ ὁ Μηνιάτης τοὺς Ὀθωμανούς. Τὸ κήρυγμα αὐτὸ ἔγινε 25 Μαρτίου του 1688 στὴ Βενετία.

«Καὶ ἐδῶ πίπτοντας εἰς τοὺς παναχράντους σου πόδας, ἄλλο δὲν ἐπιθυμῶ ἀπὸ ἐσέ, παρὰ τὴν ἄμαχόν σου προστασίαν, πρὸς βοήθειαν καὶ συντήρησιν τοῦ φιλοχρίστου στρατού, [ἐνν. τοῦ ἑνετικοῦ) πρὸς διωγμὸν καὶ ἐξολόθρευσιν τοῦ ἀντιθέτου Τυράννου.
Ἕως πότε, πανακήρατε Κόρη, τὸ τρισάθλιον γένος τῶν Ἑλλήνων ἔχει νὰ εὑρίσκεται εἰς τὰ δεσμὰ μιᾶς ἀνυποφορήτου δουλείας;
Ἕως πότε νὰ τοῦ πατῇ τὸν εὐγενικὸν λαιμὸν ὁ βάρβαρος Θράξ ;
Ἔως πότε ἔχουσι νὰ βασιλεύωνται ἀπὸ ἡμισὸν φεγγάρι οἱ χῶρες ἐκεῖνες εἰς τὰς ὁποίας ἀνέτειλεν εἰς ἀνθρωπίνην μορφὴν ἀπὸ τὴν ἡγιασμένην σου γαστέρα ὁ μυστικὸς τῆς Δικαιοσύνης Ἥλιος;
Ἂχ Παρθένε, ἐνθυμήσου, πὼς εἰς τὴν Ἑλλάδα πρότερον παρὰ εἰς ἄλλον τόπον ἔλαμψε τὸ ζωηφόρον φῶς τῆς ἀληθινῆς Πίστεως.
Τὸ Ἑλληνικὸν γένος ἐστάθη τὸ πρῶτον, ὁποὺ ἄνοιξε τὰς ἀγκάλας, καὶ ἐδέχθη τοῦ Θεῖον Εὐαγγέλιον τοῦ μονογενοῦς σου Υἱοῦ.
Τὸ πρῶτον, ὁποὺ σὲ ἐγνώρισε διὰ ἀληθινὴν Μητέρα τοῦ Θεανθρώπου Λόγου.
Τὸ πρῶτον, ὁποὺ ἀντιστάθη τῶν Τυράννων, ὁποὺ μὲ μύρια βάσανα ἐγύρευαν νὰ ἐξεριζώσωσιν ἀπὸ τὰς καρδίας τῶν πιστῶν τὸ σεβάσμιον ὄνομα.
Τοῦτο ἔδωκεν εἰς τὸν Κόσμον τοὺς Διδασκάλους, ὁποὺ μὲ τὸ φῶς τῆς διδασκαλίας τους ἐφώτισαν τὰς ἠμαυρωμένας διανοίας τῶν ἀνθρώπων.
Ἐτοῦτο τοὺς Ποιμένας, ὁποὺ μὲ τὴν ποιμαντικὴν ράβδον ἐξόρισαν τοὺς αἱμοβόρους λύκους ἀπὸ τὸ ἐκκλησιαστικὸν ποίμνιον.
Ἐτοῦτο τοὺς Γεωργούς, ὁποὺ μὲ τὸ ἄροτρον τοῦ Σταυροῦ, καὶ μὲ τὸν ἵδρωτα τοῦ προσώπου ἐγεώργησαν τὰς καρδίας, καὶ σπέρνοντες τὸν εὐαγγελικὸν σπόρον, ἐθέρισαν τὰς ψυχὰς διὰ τὴν οὐράνιον ἀποθήκην.
Ἐτοῦτο τοὺς Μάρτυρας, ὁποὺ μὲ τὸ ἴδιον αἷμά τους ἔβαψαν τὴν πορφύραν τῆς Ἐκκλησίας.
Λοιπόν, εύσπλαγχνε Μαριάμ, παρακαλοῦμεν σε διὰ τό, Χαῖρε ἐκεῖνο, ὁποὺ μᾶς ἐπροξένησε τὴν χαράν. Διὰ τὸν ἀγγελικὸν ἐκεῖνον Εὐαγγελισμόν, ὁποὺ ἐστάθη τῆς σωτηρίας μας τὸ προοίμιον. Χάρισέ του τὴν προτέραν τιμήν. Ἀσήκωσέ το ἀπὸ τὴν κοπρίαν τῆς δουλείας εἰς τὸν θρόνον τοῦ Βασιλικοῦ ἀξιώματος, ἀπὸ τὰ δεσμὰ εἰς τὸ σκῆπτρον, ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσίαν εἰς τὸ Βασίλειον.
Καὶ ἂν ἐτοῦτες οἱ φωνὲς δὲν σὲ παρακινοῦσιν εἰς σπλάγχνος, ἂς σὲ παρακινήσωσιν ἐτοῦτα τὰ πικρὰ δάκρυα, ὁποὺ μᾶς πέφτουσιν ἀπὸ τὰ μάτια. Ἀλλ᾽ ἀνίσως καὶ ἐτοῦτα δὲν φθάνουσιν, ἂς σὲ παρακινήσωσιν αἱ φωναὶ καὶ παρακάλεσες τῶν Ἁγίων σου, ὁποὺ ἀκαταπαύστως φωνάζουσιν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη τῆς τρισαθλίου Ἑλλάδος. Φωνάζει ὁ Ἀνδρέας ἀπὸ τὴν Κρήτην. Φωνάζει ὁ Σπυρίδων ἀπὸ τὴν Κύπρον. Φωνάζει ὁ Ἰγνάτιος ἀπὸ τὴν Ἀντιόχειαν. Φωνάζει ὁ Πολύκαρπος ἀπὸ τὴν Σμύρνην. Φωνάζει ἡ Αἰκατερίνα ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρειαν. Φωνάζει ὁ Χρυσόστομος ἀπὸ τὴν Βασιλεύουσαν Πόλιν, καὶ δείχνοντάς σου τὴν σκληροτάτην τυραννίδα τῶν ἀθέων Ἀγαρηνῶν, ἐλπίζουσιν ἀπὸ τὴν ἄκραν σου εὐσπλαγχνίαν τοὺ Ἑλληνικοῦ Γένους τὴν ἀπολύτρωσιν.
Ἀποδέξου, λοιπόν, Παναγία Παρθένε τὰ δάκρυά μας, τὰ ὁποῖα σημαδεύουσι τὸ Μυστήριον, ὁποὺ εἰς ἐσὲ ἐτελειώθη. Διατὶ καθὼς τὰ δάκρυα τρέχουσι χωρὶς βλάψιμο τῶν ὀμμάτων, ἔτσι καὶ ὁ Θεῖος Λόγος ἔτρεξεν ἀπὸ τὴν καθαράν σου Μήτραν, δίχως φθορὰν τῆς Παρθενίας σου. Δῶσε τόσην δύναμιν τοῦ εὐσεβεστάτου ἡμῶν Δουκὸς τῶν Ἑνετῶν, ἐναντίον τῶν ἀνθρωποκτόνων καὶ αἱμοβόρων βαρβάρων, ὥστε ὁποὺ νὰ σβυσθῆ τελείως τὸ φῶς τοῦ φεγγαριοῦ, νὰ λάμψη περισσότερον τοῦ μυστικοῦ Ἡλίου ἡ ζωοποιοὸς ἀκτίνα. Νὰ ἐξαπλωθῆ εἰς τὸν Κόσμον ὅλον ἡ δύναμις τοῦ Σταυροῦ, καὶ νὰ δοξασθῆ ἀπὸ ὅλους τὸ Ἅγιόν σου Ὄνομα». (Ἠλίας Μηνιάτης, Διδαχαὶ εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Τεσσαρακοστήν, Βενετία 1793).

Στὰ μάτια τὰ δικά μου, σὲ αὐτὸ τὸν σπουδαῖο μονόλογο μὲ τὶς ἐπαναλήψεις καὶ τὴ σταδιακὴ συναισθηματικὴ κλιμάκωση, ὁ κήρυκας ἐμφανίζεται ὡς ἕνας γοητευτικὸς τραγωδὸς ποὺ νοσταλγεῖ τὴ χαμένη πατρίδα. Ὁ Μηνιάτης μὲ τὴν εὐγλωττία ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν ὑποκριτική του δεινότητα σίγουρα θὰ συγκινοῦσε ἕως δακρύων τὴ σύναξη ποὺ συμμετεῖχε στὴν ἐπιτέλεση τοῦ ἱεροῦ κηρύγματος.

Σχολιάστε